Πίτσα Γαλάζη

Πίτσα Γαλάζη

Το ΠΕΝ Κύπρου αποχαιρετά την κορυφαία ποιήτρια και λογοτέχνιδα Πίτσα Γαλάζη

Η πληγωμένη γη της Κύπρου μας δέχθηκε χθες μια μεγάλη Ελληνίδα ποιήτρια, την Πίτσα Γαλάζη. Εκεί όπου οργανικές ουσίες εμποτίζουν τις ρίζες των δέντρων και των ανθρώπων επέστρεψε η γενναία ποιήτρια και αγωνίστρια της ελευθερίας, αφού σκόρπισε με γενναιοδωρία και παρρησία τους ποιητικούς της ανθούς, καθώς και την απέραντη αγάπη της για τον τόπο και τον άνθρωπο.

Η Πίτσα Γαλάζη, η Καλλιόπη Μόρτη, γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1940. Αποφοίτησε από το Αθηναΐδιο Γυμνάσιο Λεμεσού. Αγωνίστηκε για την ελευθερία της Κύπρου λαμβάνοντας μέρος στον απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ. Για τη δράση της αυτή συνελήφθη από τις αποικιακές αρχές το 1957.

Το 1959 φθάνει στην Αθήνα όπου σπούδασε πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες στην Πάντειο Σχολή, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα δικαίου και δημοσίων σχέσεων.

Στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου εργάστηκε τα έτη 1966 έως 1969 προσφέροντας τις γνώσεις και την αγάπη της για την πολιτιστική άνθηση του τόπου. Εργάστηκε και ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες. Τα έτη 1971 έως 1973 διετέλεσε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής Γραμμάτων της Μορφωτικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.

Ευτύχησε δίπλα στον αγωνιστή της ΕΟΚΑ και δικηγόρο Πανίκο Σωτηρίου και την αγαπημένη της θυγατέρα Αγγελίνα Σωτηρίου, που κάθε στιγμή τη στήριζαν και απάλυναν την αναγκαστική της ακινησία, την οποία στωικά δέχθηκε, μετά από ένα εγκεφαλικό που υπέστη το 2006, που δεν στάθηκε ικανό να σταματήσει το πολύτιμο δεξί χέρι της ποιήτριας από το να γράφει.

Από παιδί γράφει και πιο συστηματικά στα μαθητικά της χρόνια, ενώ φοιτήτρια ακόμη, εκδίδει την πρώτη της ποιητική συλλογή Στιγμές Εφηβείας (Αθήνα, 1963), στιγμές που αναδύθηκαν μέσα από τον Απελευθερωτικό Αγώνα της ΕΟΚΑ 1955-59 και τη δική της δράση και συμβολή.

Η εργογραφία της, μαζί με έργα κορυφαίων ποιητών μας, απογείωσε την εντόπια ελληνική γραμματεία:

Στα περιθώρια των καιρών (Αθήνα, 1968), Άσπρη Πολιτεία (Αθήνα, 1969), Δέντρα και Θάλασσα (Αθήνα, 1969), Ψηφιδωτό (Αθήνα, 1973), Η Αδελφή του Αλέξανδρου (Αθήνα, 1973), Υπνοπαιδεία (Αθήνα, 1978), Σηματωροί (Αθήνα, 1984), Ο ωραίος Αρτούρος ή Αρτούρ Ρεμπώ στην νήσο Κύπρο, Κύπρος, Ονήσιλος, 1992, Τα πουλιά του Ευστόλιου και ο Έγκλειστος (Αθήνα, Αρμός, 1997), Τα έψιλον της Ελένης (Αθήνα, Αρμός 1998), Οδός Αιμιλίου Χουρμουζίου (Αθήνα, 2005), Η φωνή (2017), ΄Ενας κόσμος Ελ Γκρέκο. Un mundo El Greco, (Αθήνα, Αρμός, 2020), Αγαπημένοι και κεχαριτωμένοι. Μνήμες από την παλιά Κύπρο 1945-1960 (Αθήνα, Αρμός) 2020. Έχει γράψει, επίσης, πολλά δοκίμια και μελέτες.

  • Τα έργα της Δέντρα και Θάλασσα (1969), Σηματωροί (1984) και Η φωνή (2017) τιμήθηκαν με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης.
  • Το 1995 τιμήθηκε από το Ιωνικό Κέντρο της Αθήνας.
  • Το 1999 τιμήθηκε με το Βραβείο Λάμπρου Πόρφυρα της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή της «Τα πουλιά του Ευστόλου και ο Έγκλειστος».

Ποιητικοί της καρποί κόσμησαν κυπριακά και ελλαδικά περιοδικά και ανθολογίες και μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες.

Μεταφράσεις του έργου της:

  • Galazi Pitsa, Un mundo El Greco (μτφ. Eva Latorre), Αρμός, 2020.
  • Macris Daniele, Pitsa Ghalazi, La Sorella di Alessandro e altre poésie {δίγλωσση ανθολογία ποιημάτων (ελληνικά-ιταλικά)} : (A cura di D. Macris), Lecce, Argo, 2004.
  • Galasi Pitsa, Las Épsilon de Elena. {tr.by}: Eva Torres Broto. Introduction Eva Torres Broto. Santiago de Chile : Universidad de Chile, 2010. 101p. ISBN: 978-956-19-0701-0
  • Галази, Пица. Еленинин епсилони. Превод Миодраг Стојановић и Снежана Дулгери. Предговор Миоград Стојановић. Београд: Т. Ражкатовић, 2004 {Galazi Pica. Elenini epsiloni (tr. by) : Miodrag Stojanović & Snežana Dulgeri.
  • Galazi Pitsa, Le Bel Arthur ou Arthur Rimbaud en l’île de Chypre (A. Chatzisavas trad.), Besançon, Praxandre, 1999.

Η ίδια αναφέρει πώς επέλεξε το όνομα Γαλάζη ως ποιητικό σημείο αναφοράς της:

"Όταν ήμουν φοιτήτρια, έγινε ένας διαγωνισμός ποίησης, δοκιμίου, πεζογραφίας και έλαβα μέρος. Πήρα το βραβείο ποίησης ενώ ήμουν ακόμη στο πρώτο έτος. Έπρεπε όμως να έχω ψευδώνυμο. Στο μεταξύ, μια μέρα που δίναμε εξετάσεις, ο καθηγητής μού λέει ‘Δεσποινίς… Γαλάζια…’, νομίζω πως είπε, γιατί αν θυμάμαι καλά φορούσα ένα γαλάζιο φόρεμα, ‘προσέχετε το γραπτό σας γιατί ο κύριος πίσω αντιγράφει ασύστολα’. Σκέφτηκα αυτά που μου έλεγαν οι γονείς μου για το 1931 στα Οκτωβριανά. Ότι απαγορευόταν το μπλε. Και είπα θα το κάνω αντιστασιακό το ψευδώνυμο, θα το κάνω Γαλάζη!"

Η ποιητική της φωνή αντικατοπτρίζει τη συλλογική τραγική μοίρα του Ελληνισμού στην Κύπρο. Η ποιήτρια Πίτσα Γαλάζη έφυγε όπως τόσοι άλλοι αγωνιστές της ελευθερίας με βαθύ τον καημό της πολύπαθης Κύπρου μας.

Η Πίτσα Γαλάζη υπήρξε αγαπημένο μέλος του ΠΕΝ Κύπρου και πολυαγαπημένη φίλη. Οι στίχοι της θα μας εμψυχώνουν και θα μας καθοδηγούν. Αιωνία η μνήμη της.

Καλό ταξίδι από το φως στο φως...


Κι ερχόσουν
Ανάβοντας στα σκοτεινά
Κι όπου τον Ευαγόρα συναντούσες
Άστραφτες
Κι όπου Μαρία Συγκλητική
Αναφωνούσες

Αμίλητη τραβούσες προς τα οπίσω
Κι εκτινασσόσουν έτη φωτός μπροστά
Με μάτια αποσιωπητικά
Υγρά απ’ την γραφή της Ιστορίας
Να φλομώνουν στυπόχαρτα

Να πήγαινε το πίσω μπρος,
Το μπρος να πάει πίσω
Να σηκωθώ στ’ ακρόποδα
Να σε δαφνοφιλήσω

Κι ερχόσουν
Με τα δάχτυλα ακόμα γεμάτα πηλούς
Από το πλάσιμο των πουλιών
Του δωδεκαετούς
Που άναβαν κελαηδισμούς πατρίδας

Φίλωνας και σηκώνονταν
Θέρισσος κι υψώνονταν
Ανδρόνικος κι έσχιζαν
Ανδρέας και μιλούσαν
Μαρίνα και νανούριζαν
Τριάδα και τραγούδησαν
Και Μιχαήλ φτερούγιζαν,
Αφέντρα και λαλούσαν,
Βαρνάβας και μουρμούριζαν
Συνέσιος στοχάζονταν,
Κι όλα μαζί καθόντουσαν
Στην ράχη της φωνής μου.

Πουλιά ελληνικά
Με το παπούτσι του Γρηγόρη για φωλιά
Και τ’ άλλα που ξαστόχησαν
Και πρόσφυγες καρτέραγαν
Στο ποίημα να μιλήσουν

Ελένη Μαργαριταρένη, βασιλική,
Αφουγκράζομαι τα πουλιά της σιωπής σου,
Κόκκο τον κόκκο να ραμφίζουν
Τα αιμοσφαίρια
Σκάβοντας μέσα στο ποίημα
Χτίζοντας και χαλώντας αθόρυβα
Στήνουν ενέδρες
Στους κυνηγούς.

41

Ανεβασμένη στο Ποίημα
Τον έβλεπα να περνά με τα βάγια του
Έφιππο για το μέλλον

Πιο χαμηλά ο τελώνης
Μου κλάδευε λέξεις
Ξέροντας πως είχε πληρώσει τον φόρο του
Και πώς το Ω της λευτεριάς
Έπρεπε να περάσει
Λαιμός από μαχαίρι

Τον έρωτα λέω με τα ελιόφυλλα
Τον άλτη σε καρβουνάκια
Που αναστημένος αθανατίζει
Στα μερσινόφυλλα

Και την Ελένη που σώμα ανάβει
Σαν τον Γρηγόρη την πεθυμιά
Σήματα δίνει με τον καπνό της
Η ριζιμιά

Στον ενικό μιλούσα πια
Σκόρπιζα αντίδωρο
Μυρτιές μύριζαν, παλιά δαφνόφυλλα
Απ’ όσα ήταν και όσα άγιασαν
Μα την αυγή
Πριν σώσει τρία πυροβόλησαν
Μίμοι των τσίρκων και πετεινοί

Ανοίγω κρύπτες μες στην φωνή μου
Ανοίγω σπήλαια
Και τον καρπό της τον θρύβω λάδι
Για τα ευχέλαια
Για την Ελένη που καλαμιά
Έρχεται πάντα για να τρομάζει
Του Μίδα αυτιά

Όταν μιλάει
Τρέμουν στους ώμους οι άδειες τήβεννοι
Όταν σωπαίνει
Όλοι οι ημίψηλοι μένουν ημίπληκτοι

Μυρίζω στην φωνή μου ρούχα παλιά
Παλιές φωτογραφίες θυμητικά
Να βρίσκει τα μισίδια
Και παίρνοντας οσμή
Τα χάσματα πηδώντας
Την φτέρνα να κρατεί

Στον άλλο ερωτά της η Ελένη
Τηλεμαχεί
Και χλωρασιά ταΐζει πουλάρι της φωνής

Στο ρημαγμένο στόμα λέξεις παλιννοστεί
Και την παραφορά της κάνει παραλλαγή

Η Ελένη, η σηροτρόφος του Έρωτα
Γυρίζει Ευρώτα μες στο κουκούλι
Από την Πύλο μέχρι την Πέλλα
Και το Σουφλί
Κλωστή τραβάει του Έρωτά της
Μεταξωτή

Νήμα της στάθμης άλλων καιρών
Με το κορμί της πάντα βαρίδι
Προικιό του τόπου ατίμητο.

(Τα Έψιλον της Ελένης)